Ταμείο Ανάκαμψης: Αποχαιρέτα τα κονδύλια που χάνονται
Έρευνα-Κείμενο: Νίκος Μορφονιός
19/3/2025
-Ούτε το ένα τρίτο των ορόσημων και στόχων του Ταμείου Ανάκαμψης δεν έχει εκπληρώσει η Ελλάδα, 17 μήνες πριν τη λήξη των προθεσμιών του Μηχανισμού. Από τους συνολικά 381, μόλις οι 107 (28%) θεωρούνται ολοκληρωμένοι από την Κομισιόν.
-Σημαντικές καθυστερήσεις στην υλοποίηση των έργων διαπιστώνουν το Ευρωπαϊκό αλλά και το Ελληνικό Ελεγκτικό συνέδριο, γεγονός που θα οδηγήσει όσο πλησιάζει το τέλος του Μηχανισμού είτε σε παρατυπίες στις συμβάσεις των έργων είτε σε απώλεια ευρωπαϊκής χρηματοδότησης. Νέο καμπανάκι για κατάχρηση πόρων λόγω ανεπάρκειας ελέγχων.
– Τέσσερα χρόνια μετά την έναρξη του Ταμείου έχουν εισρεύσει στη χώρα το 50% των διαθέσιμων κονδυλίων αντι του 64% που είχε προυπολογιστεί, κατατάσσοντας την Ελλάδα στην 9η θέση στην απορροφητικότητα μεταξύ των 27 κρατών μελών
-Από τα 18,2 δισ εισροών στην Ελλάδα μέχρι σήμερα, μόλις τα 7,1 δισ συνιστούν πραγματικές πληρωμές στους τελικούς δικαιούχους, καθώς τα υπόλοιπα λιμνάζουν στους κεντρικούς και περιφερειακούς λογαριασμούς της Γενικής Κυβέρνησης, μειώνοντας την πραγματική απορρόφηση των ευρωπαϊκών χρημάτων στο 20%
-Σε 20 μεγάλες εταιρείες έχουν κατανεμηθεί πάνω από 3,7 δισ πόρων, σχεδόν τα μισά δηλαδή από όσα έχουν λάβει όλα τα Υπουργεία μαζί, σύμφωνα με τον ελληνικό κατάλογο με τους τελικούς αποδέκτες με την υψηλότερη χρηματοδότηση από το Ταμείο. Ο όμιλος ΔΕΗ, ο όμιλος ΤΕΡΝΑ και ο ΑΔΜΗΕ πρωταθλητές των κονδυλίων.
-Στο νέο ευρωπαϊκό εξοπλιστικό πρόγραμμα ReArm Europe ή την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων συζητά η Κομισιόν να ανακατανείμει τα αδιάθετα κεφάλαια που θα χαθούν για την Ελλάδα αλλά και τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Ούτε το ένα τρίτο των ορόσημων και στόχων του Ταμείου Ανάκαμψης δεν εχει εκπληρώσει η Ελλάδα, τη στιγμή που εμφανίζει σημαντική καθυστέρηση στην υλοποίηση των έργων και την απορροφητικότητα των πόρων, η οποία φτάνει το 50%, 17 μήνες πριν τη λήξη των προθεσμιών του Μηχανισμού που ξεκίνησε το 2021. Αποτέλεσμα είναι να καθίσταται πλέον πιο ορατός από ποτέ ο κίνδυνος απώλειας των διαθέσιμων ευρωπαϊκών χρημάτων.
Τον κίνδυνο αυτό αντιμετωπίζουν και άλλες ευρωπαϊκές χώρες με χαμηλά εως μέτρια ποσοστά απορροφητικότητας λόγω των καθυστερήσεων. Η χώρα μας, όμως, αντιμετωπίζει κι ένα επιπρόσθετο πρόβλημα: μεγάλο μέρος των εισροών από το Ταμείο λιμνάζουν στους λογαριασμούς του κράτους χωρίς να διατίθενται στους τελικούς δικαιούχους, με συνέπεια η πραγματική απορρόφηση των κονδυλίων να μην φτάνει σήμερα ούτε το 25%, συμπληρώνοντας τέσσερα χρόνια από την έναρξη του Μηχανισμού
Το συνολικό σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Ελλάδας, «Ελλάδα 2.0», ανέρχεται σε 35,95 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 18,22 δισ. ευρώ αφορούν μη επιστρεπτέες επιχορηγήσεις και 17,73 δισ. ευρώ αφορούν δάνεια, τα οποία η κυβέρνηση έχει επιλέξει να διανέμονται μέσω του κλασικού καναλιού του τραπεζικού συστήματος, με το ελάχιστο επιτόκιο βέβαια χορήγησης δανείων του Μηχανισμού (0,35% στις μικρές και 1% στις μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις)
Το Σχέδιο περιλαμβάνει 105 επενδύσεις και 77 μεταρρυθμίσεις, καθώς και 381 ορόσημα και στόχους, δομημένα γύρω από πέντε βασικούς πυλώνες:1. Πράσινη Μετάβαση, 2. Ψηφιακός Μετασχηματισμός, 3. Απασχόληση – Δεξιότητες – Κοινωνική Συνοχή, 4, Ιδιωτικές Επενδύσεις και Μετασχηματισμός της Οικονομίας, 5. REPowerEU. Από την η υλοποίηση και την πρόοδο των παραπάνω, τα οποία αξιολογούνται διαρκώς από την Επιτροπή, εξαρτάται η εκταμίευση των διαθέσιμων πόρων, με κύρια προϋπόθεση για τις πληρωμές την ικανοποιητική εκπλήρωση των ορόσημων και των στόχων
Σύμφωνα με την Οδηγία σύστασης του Ταμείου η προθεσμία μέσα στην οποία πρέπει να υλοποιηθούν τα τελικά ορόσημα και οι τελικοί στόχοι τόσο των επενδυτικών έργων όσο και των μεταρρυθμίσεων είναι η 31η Αυγούστου 2026, και η οποιαδήποτε πληρωμή από τον Μηχανισμό προς τα κράτη μέλη πρέπει να έχει ολοκληρωθεί έως 31 Δεκεμβρίου 2026
Οι εισροές του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» στο τέλος του 2024 ανήλθαν σε 18,2 δισ. ευρώ (8,59 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και 9,62 δισ. ευρώ σε δάνεια, σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2025). Οι συνολικές δηλαδή εκταμιεύσεις του προγράμματος “Ελλάδα 2.0” μέχρι σήμερα αντιστοιχούν στο 50% των συνολικών διαθέσιμων πόρων (επιχορηγήσεων και δανείων). Ειδικότερα, οι εκταμιεύσεις επιχορηγήσεων αντιστοιχούν στο 46% του συνόλου των επιχορηγήσεων, ενώ οι εκταμιεύσεις δανείων αντιστοιχούν στο 50% του συνόλου των δανειακών πόρων .
Καθυστερήσεις και αποκλίσεις
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ελλάδα βρίσκεται στην 9η θεση των εισροών μεταξύ των 27 χωρών της ΕΕ. Στις 9 Ιανουαρίου 2025, η Γαλλία είχε λάβει το 76,6% των ευρωπαϊκών κονδυλίων του σχεδίου ανάκαμψης που της αναλογούν, με την Γερμανία και την Ιταλία να ακολουθούν με 65,2% και 62,8% αντίστοιχα σε ποσοστό απορροφητικότητας. Σε αντιδιαστολή, στις χαμηλές θέσεις συγκαταλέγονται χώρες όπως η Αυστρια με μόλις 30,1%, ενώ οι εισροές δεν φτάνουν καν το 25% στις Κάτω Χώρες και τη Βουλγαρία
Αξίζει να σημειώσουμε ότι η Ουγγαρία έχει λάβει μόνο την προχρηματοδότηση, με αποτέλεσμα το ποσοστό απορρόφησης να ανέρχεται σε μόλις 8,8%, λόγω της συνεχιζόμενης στασιμότητας στην ολοκλήρωση των υπερ-οροσήμων που σχετίζονται με το κράτος δικαίου. Αντίστοιχα, η απορρόφηση των κονδυλίων στη Σουηδία βρίσκεται στο 0%, ωστόσο η κατάσταση αναμένεται να αλλάξει σύντομα, καθώς η χώρα υπέβαλε το πρώτο της αίτημα πληρωμής ύψους 1,6 δισ. ευρώ (από τα συνολικά 3,5 δισ. ευρώ) στις 20 Δεκεμβρίου 2024.
Με βάση τα παραπάνω στοιχεία, γίνεται φανερό ότι με την προθεσμία του τέλους του Μηχανισμού Ανάκαμψης να πλησιάζει, τα πράγματα δεν εξελίσσονται όπως είχαν προγραμματιστεί, με μεγάλες μάλιστα αποκλίσεις μεταξύ των χωρών στις εισροές. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Ελλάδας, όπου η εκταμίευση των δόσεων του προγράμματος “Ελλάδα 2.0” παρουσιάζει σημαντική καθυστέρηση.
Ενδεικτικά, στον αρχικό σχεδιασμό του προγράμματος (πριν από την αναθεώρησή του, τον Δεκέμβριο 2023), προβλεπόταν ότι έως το τέλος του 2024 θα είχαν εκταμιευθεί οι πρώτες 7 δόσεις, δηλαδή το 64% των συνολικών πόρων (επιχορηγήσεων και δανείων) που είναι διαθέσιμοι για τη χώρα. Αντίθετα, μέχρι το τέλος του 2024 είχαν εκταμιευθεί 4 δόσεις, οι οποίες αντιστοιχούν στο 50% των συνολικών πόρων.
Εντούτοις, το πρόβλημα των καθυστερήσεων εισροών δεν μοιάζει να αποτελεί μόνο πρόβλημα της Ελλάδας. Μέχρι το τέλος του 2023, στο μέσο της περιόδου εφαρμογής, μόλις 32% των κεφαλαίων είχαν διανεμηθεί στα κράτη-μέλη, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην τελευταία ετήσια έκθεσή της σχετικά με την εφαρμογή του Ταμείου, καταγράφει επίσης τα χαμηλά ποσοστά, ωστόσο χαιρετίζει τη μείωση των καθυστερήσεων το 2024 σε σύγκριση με το 2023, καθώς μέχρι το καλοκαίρι του 2024, είχε διανεμηθεί στα κράτη το 40% των κονδυλίων, Το ποσοστό αυξήθηκε σε 47% τον Φεβρουάριο του 2025, 4 χρόνια ακριβώς μετά την επίσημη έναρξη του Μηχανισμού το 2021.
Αναλυτικά, σύμφωνα με τα πιο επικαιροποιημένα στοιχεία, μέχρι στιγμής, οι εκταμιεύσεις των κονδυλίων του Ταμείου ανέρχονται σε 197,5 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις (55% των διαθέσιμων επιχορηγήσεων) και 108,7 δισ. ευρώ σε δάνεια (37% των διαθέσιμων δανείων), αφήνοντας σημαντικό ποσοστό των κονδυλίων ακόμη προς εκταμίευση.
Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι ο προφανής: οι καθυστερήσεις που εντοπίζονται στην υλοποίηση των έργων και στην επίτευξη των οροσήμων και των στόχων
Οι αιτίες των καθυστερήσεων
Τον Γενάρη του 2025 το ελληνικό Ελεγκτικό Συνέδριο δημοσίευσε έκθεση κόλαφο σχετικά με την εφαρμογή και πορεία υλοποίησης του ελληνικού Σχεδίου. Ο έλεγχος αποκάλυψε σημαντικές καθυστερήσεις στην υλοποίηση των έργων, οι οποίες ενδέχεται να οδηγήσουν είτε σε συσσώρευση έργων προς ολοκλήρωση στο τέλος της περιόδου του Ταμείου, με κίνδυνο αναποτελεσματικής δαπάνης πόρων και παρατυπιών, είτε σε απώλεια ευρωπαϊκής χρηματοδότησης.
Αναλυτικά, ο έλεγχος ανέδειξε τα εξής ευρήματα:
- Ανεπαρκή χρονοδιαγράμματα: Απουσία υποχρεωτικών ενδιάμεσων εκθέσεων προόδου πέρα από τα ορόσημα που έχουν συμφωνηθεί με την ΕΕ, καθώς και έλλειψη μέτρων για την πρόληψη καθυστερήσεων.
- Χαμηλό επίπεδο συμμόρφωσης των εμπλεκόμενων φορέων με τις διαδικασίες παρακολούθησης της προόδου και της υλοποίησης των έργων, με αποτέλεσμα οι καθυστερήσεις στην επίτευξη των οροσήμων να μην καταγράφονται.
- Υποστελέχωση των φορέων υλοποίησης, γεγονός που οδήγησε σε ανάθεση έργων σε ιδιώτες (τεχνικούς συμβούλους), χωρίς ωστόσο αυτό να αποτρέπει την ελλιπή παρακολούθηση των έργων μέσω του ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος του Ταμείου
- Περιορισμένη διαλειτουργικότητα των πληροφοριακών συστημάτων του Tαμείου Ανάκαμψης με άλλα πληροφοριακά συστήματα, με αποτέλεσμα την αδυναμία εντοπισμού, πρόληψης και αντιμετώπισης καθυστερήσεων.
- Καθυστερήσεις στην ανάπτυξη και υλοποίηση των έργων: Ως μέτρο αντιμετώπισης, οι εμπλεκόμενοι φορείς αποφάσισαν να τροποποιήσουν τις σχετικές αποφάσεις ένταξης έργων, χωρίς ωστόσο να προσδιορίζονται σε αυτές τα αίτια των καθυστερήσεων και τα μέτρα για την επίλυσή τους.
Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο επιχείρησε να δώσει μια εξήγηση των καθυστερήσεων στην υλοποίηση έργων και την επίτευξη στόχων με βάση ειδική έρευνα που συμμετείχαν τα εθνικά συντονιστικά όργανα του Μηχανισμού Ανάκαμψης σε Ισπανία, Ιταλία, Σλοβακία και Ρουμανία. Σύμφωνα με τις αιτιολογίες που παρείχαν οι παραπάνω χώρες για τους λόγους των καθυστερήσεων, αυτοί συμπυκνώνονται στους εξης: 1. Μεταβολές των εξωτερικών συνθηκών, 2. Υποεκτίμηση του χρόνου που απαιτείται για την υλοποίηση των μέτρων κατά τον σχεδιασμό των εθνικών σχεδίων, 3. Προβλήματα που σχετίζονται με τις δημόσιες συμβάσεις, 4. Εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων , 5. Διοικητικά προβλήματα και ανεπαρκής διαχειριστική ικανότητα, 6. Πολυπλοκότητα των εθνικών διαδικασιών.
«Με το T.Α., η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έθεσε γενικές κατευθύνσεις. Στη συνέχεια, εναπόκειται στα κράτη-μέλη να βρουν έργα που να ευθυγραμμίζονται με αυτές τις προτεραιότητες. Ωστόσο, για μια δημόσια διοίκηση ή μια τοπική αρχή που δεν είναι συνηθισμένη σε τέτοιου είδους χρηματοδοτήσεις, η ξαφνική απόκτηση 10 εκατομμυρίων ευρώ για κατανομή δεν είναι τόσο απλή υπόθεση. Απαιτούνται συγκεκριμένες μέθοδοι, οι οποίες δεν υπήρχαν απαραίτητα», εξηγεί ο Jérôme Creel οικονομολόγος στο Γαλλικό Παρατηρητήριο Οικονομικών Συγκυριών (OFCE), φωτιζοντας τη χαμηλή διοικητική ικανότητα διαχείρισης ενός τόσο μεγάλου όγκου κονδυλίων ως μια από αιτίες των καθυστερήσεων.
Ειδικά για την ελληνική περίπτωση, εντουτοις, ο Παναγιώτης Κορκολής, γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών “ΕΝΑ”, αποδίδει τις καθυστερήσεις στις “παθογένειες τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα. Το πρόβλημα έγκειται στον τρόπο λειτουργίας τους, καθώς και στη δομή του δημόσιου τομέα στην Ελλάδα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η σύμβαση 717 με το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη, η οποία χρειάστηκε 10 χρόνια για να ολοκληρωθεί, με τραγικές συνέπειες”, σημειώνει.
Αντίστοιχα, ένα μεγάλο μέρος των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης «κινδυνεύει να έχει παρόμοια καθυστέρηση, εξαιτίας των ίδιων παθογενειών”, καταλήγει.
Κίνδυνος κατάχρησης πόρων λόγω ανεπάρκειας ελέγχων
Λίγες μέρες πριν τη δημοσίευσή της έρευνας μας, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο δημοσίευσε μια νέα ειδική έκθεση που αναδεικνύει σημαντικά κενά στους μηχανισμούς ελέγχου του Μηχανισμού Ανάκαμψης θέτοντας σε αμφισβήτηση την αποτελεσματικότητα των ελέγχων που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη συμμόρφωση των κρατών-μελών με τους κανόνες της ΕΕ.
Η έκθεση επισημαίνει ότι οι τα σχετικά συστήματα δικλίδων σε ορισμένες χώρες της ΕΕ διασφάλισης της νομιμότητας και της διαφάνειας στη διαχείριση των χρηματοδοτήσεων από το Ταμείο παρουσιάζουν σημαντικές αδυναμίες, ενώ επιπλέον, οι έλεγχοι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εμφανίζουν κενά στο πεδίο κάλυψής τους. Αυτό δημιουργεί τον κίνδυνο τα κονδύλια ανάκαμψης να χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση μέτρων που δεν έχουν υποβληθεί σε αυστηρούς ελέγχους ως προς τη συμμόρφωσή τους με τους κανόνες για τις δημόσιες συμβάσεις ή τις κρατικές ενισχύσεις.
Η έκθεση αναφέρει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν παρακολουθεί επαρκώς την εφαρμογή διορθωτικών μέτρων από τις εθνικές αρχές, με αποτέλεσμα τα κονδύλια που καταβάλλονται αχρεωστήτως να μην επιστρέφονται πάντα στο προϋπολογισμό της ΕΕ ή να μην αφαιρούνται από μελλοντικές πληρωμές. Αυτό οφείλεται σε μια σειρά από προβλήματα στον σχεδιασμό του Μηχανισμού, ο οποίος βασίζεται στην επίτευξη προκαθορισμένων στόχων και οροσήμων και όχι στην αυστηρή επαλήθευση των δαπανών. Η έκθεση αναφέρει ότι αυτό δημιουργεί τη δυνατότητα για κατάχρηση και κατασπατάληση των ευρωπαϊκών πόρων.
Ενδεικτικό είναι, όπως αναφέρεται στην έκθεση, ότι από τις 14 χώρες μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, που υποβλήθηκαν σε έλεγχο για τη χρηματοδότηση του 2023 με βάση τα επικαιροποιημένα εγκεκριμένα κριτήρια της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών και Χρηματοδοτικών Υποθέσεων (DG ECFIN), ο έλεγχος αυτός είχε ολοκληρωθεί έως τα μέσα του 2024 μόνο σε δύο (Γερμανία και Σλοβακία). Για την Ελλάδα και τα υπόλοιπα κράτη η Επιτροπή “δεν είχε κοινοποιήσει επίσημα τα ευρήματά της μέσω προσχεδίων εκθέσεων και, ως εκ τούτου, δεν είναι σαφές πώς τυχόν κρίσιμα ή πολύ σημαντικά ζητήματα που εντοπίστηκαν από τον προκαταρκτικό έλεγχο επηρεάζουν τη διασφάλιση (της νομιμότητας)”
Το καμπανάκι κινδύνου του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικου Συνεδρίου έχει ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα, καθώς η έλλειψη επαρκών ελέγχων στις δημόσιες συμβάσεις και τις κρατικές ενισχύσεις μπορεί να οδηγήσει σε νέες καθυστερήσεις σε περίπτωση σοβαρών παραβάσεων, και φυσικά στην απώλεια χρηματοδότησης.
Ούτε το ένα τρίτο των στόχων δεν έχει εκπληρώσει η Ελλάδα
Την ίδια στιγμή, έως τον Φεβρουάριο του 2025, μόλις το 28% όλων των οροσήμων και στόχων θεωρείται ότι έχει εκπληρωθεί στο σύνολο των χωρών. Γεγονός που καταγράφεται ως εξαιρετικά σοβαρό στο πλαίσιο του διαλόγου μεταξύ του Ευρωκοινοβουλίου και της Κομισιόν για την πορεία του Ταμείου Ανάκαμψης. Όπως διαπιστώνεται στο σχετικό έγγραφο, “αυτό που προκαλεί εντύπωση είναι ότι, με εξαίρεση την Ιταλία, οι μεγαλύτεροι αποδέκτες των πόρων του RRF (είτε ως ποσοστό του εθνικού ΑΕΠ είτε σε κατά κεφαλήν όρους) δεν φαίνεται να αποδίδουν εξίσου καλά στην επίτευξη οροσήμων και στόχων, σε σύγκριση με την απορρόφηση των κονδυλίων.
Για παράδειγμα, η Ελλάδα και η Πορτογαλία έχουν λάβει πάνω από το μισό των κονδυλίων που τους αναλογούν, ωστόσο καμία από τις δύο χώρες δεν έχει επιτύχει ούτε το ένα τρίτο των οροσήμων και στόχων που περιλαμβάνονται στο σχέδιό τους”.
Και πράγματι έτσι είναι, καθώς από τα συνολικά 381 ορόσημα και στόχους της, η Ελλάδα έχει εκπληρώσει μόλις τα 107, δηλαδή το πενιχρό ποσοστό του 28%, 17 μήνες πριν τη λήξη των προθεσμιών (Αύγουστος 2026) του Μηχανισμού, που ξεκίνησε επίσημα τον Φλεβάρη του 2021.
Με άλλα λόγια, όσο πλησιάζει η καταληκτική προθεσμία, η εκταμίευση πληρωμών από τις Βρυξέλλες θα γίνεται όλο και πιο δύσκολη, καθώς θα απαιτείται η επίτευξη περισσότερων στόχων για να εγκριθούν οι πληρωμές.
Δεν πρόκειται όμως για το μοναδικό οξύμωρο που αφορά το ελληνικό σχέδιο Ανάκαμψης
20% η πραγματική απορρόφηση στο ελληνικό Σχέδιο
Σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσίευσε το Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών “ΕΝΑ” τον Δεκέμβριο 2024 σχετικά με την εφαρμογή του ελληνικού Σχεδίου, η τελευταία χαρακτηρίζεται από μια κομβική αντίφαση: τις σοβαρές αποκλίσεις μεταξύ των συνολικών εκταμιεύσεων του Ταμείου προς την Ελλάδα και των πραγματικών πληρωμών προς τους τελικούς δικαιούχους, που καθιστούν την πραγματική απορρόφηση των κονδυλίων εξαιρετικά μικρότερη από τις επίσημες εισροές του 50%
Όπως παρατηρεί η έκθεση, συνολικά, η απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης εξακολουθεί να αποτελεί πηγή ανησυχίας, καθώς, αν και 18 δισ. ευρώ έχουν εισρεύσει στη χώρα, οι συνολικές δαπάνες έως 30.10.2024 εκτιμώνται μόλις στα 12 δισ. ευρώ. Από αυτά, 5,2 δισ. ευρώ αφορούν το σκέλος των δανείων, ενώ 6,8 δισ. ευρώ το σκέλος των επιχορηγήσεων. Βάσει αυτών των στοιχείων, το ύψος των αδρανών πόρων –δηλαδή των πόρων που παραμένουν ανεκμετάλλευτοι μέσω δράσεων και προγραμμάτων– παραμένει ιδιαίτερα υψηλό, στα 6 δισ. ευρώ.
Αυτά τα χρήματα, εξηγεί ο Παναγιώτης Κορκολής, «παραμένουν στον λογαριασμό του Δημοσίου στην Τράπεζα της Ελλάδας και καταγράφονται ως λογιστική εγγραφή, όπως συμβαίνει με όλες τις μεταφορές μεγάλων ποσών, μέχρι να υλοποιηθούν έργα και να απορροφηθούν πραγματικά. Δηλαδή, αναμένουν να προκύψει μια δαπάνη, όπως η πληρωμή ενός εργολάβου ή η επιχορήγηση ενός εργαζόμενου που συμμετέχει σε πρόγραμμα επανακατάρτισης, ώστε να μετατραπούν σε πραγματικές δαπάνες.
Η διαφορά μεταξύ του να παραμένουν αδρανή στον λογαριασμό και του να μετατρέπονται σε δαπάνες αντικατοπτρίζεται στους λιμνάζοντες πόρους που καταγράφονται στη μελέτη».
Λαθροχειρία με τις μεταφορές μεταξύ των φορέων της γενικής κυβέρνησης
Όμως ακόμη και τα 12 δισ. ευρώ δαπανών που εμφανίζονται, περιλαμβάνουν πάλι και λογιστικές μεταφορές μεταξύ τραπεζικών λογαριασμών των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης στην Τράπεζα της Ελλάδος και όχι πραγματικές πληρωμές προς τους τελικούς δικαιούχους των δράσεων και των έργων, οι οποίες αποτελούν ρευστότητα για την πραγματική οικονομία και συμβολή στο ΑΕΠ.
Πώς γίνεται αυτό; «Τα χρήματα μεταφέρονται από τον λογαριασμό του κεντρικού κράτους και παρκάρονται σε ενδιάμεσο λογαριασμό της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (ΔΥΠΑ), μέχρι η τελευταία να τα αξιοποιήσει” εξηγεί ο Κορκολής. “Υπάρχει, λοιπόν, το ‘μεγάλο παρκάρισμα’ και το ‘μικρό παρκάρισμα’. Σε αυτό το πλαίσιο, το ελληνικό κράτος προβαίνει σε μια λαθροχειρία, ισχυριζόμενο ότι έχει απορροφήσει τα κονδύλια επειδή τα μετέφερε στη ΔΥΠΑ. Στην πραγματικότητα, όμως, τα χρήματα παραμένουν στον λογαριασμό της ΔΥΠΑ, μέχρι να απορροφηθούν και να μετατραπούν σε πραγματικές δαπάνες».
Σύμφωνα με τη μελέτη, ενώ το λογιστικό ποσοστό απορρόφησης των συνολικών δανειακών πόρων ανέρχεται στο 29%, το ποσό που έχουν λάβει οι επιχειρήσεις από τους πόρους του “Ελλάδα 2.0” αντιστοιχεί σε πραγματική απορρόφηση μόλις 13%. Αντίστοιχα, από τα 6,8 δισ. ευρώ των επιχορηγήσεων που εμφανίζονται ως δαπάνες, μόνο 4,8 δισ. ευρώ μπορούν να θεωρηθούν ως πραγματική ρευστότητα στην οικονομία (λογιστική απορρόφηση 37% και πραγματική απορρόφηση 26%).
Από το συνολικό ποσό των 12 δισ. € σε δάνεια και επιχορηγήσεις, οι λογιστικές δαπάνες ανέρχονται σε 4,8 δισ. € ενώ οι πραγματικές δαπάνες σε 7,1 δισ. €,. Με βάση την εκτίμηση αυτή η λογιστική απορρόφηση είναι 33% ενώ η πραγματική απορρόφηση υπολογίζεται σε περίπου 20%.
Η Επιτροπή φαίνεται να επικεντρώνεται κυρίως στις εκταμιεύσεις που πραγματοποιούν οι Βρυξέλλες προς τις εθνικές κυβερνήσεις. Ωστόσο, αυτό που έχει επίσης σημασία είναι το πότε αυτά τα κονδύλια φτάνουν στους τελικούς δικαιούχους. Και είναι ακριβώς «σε αυτό το τελευταίο στάδιο όπου παρατηρείται το πρόβλημα», επισημαίνει ο γάλλος οικονομολόγος Jérôme Creel.
Με απλά λόγια, οι καθυστερήσεις καταγράφονται σε δύο επίπεδα: τόσο στις εκταμιεύσεις από τις Βρυξέλλες προς τα κράτη-μέλη, όσο και στην κατανομή των κονδυλίων από τις εθνικές κυβερνήσεις προς τους τελικούς δικαιούχους.
Σε 20 εταιρείες 3,7 δισ κονδυλίων, σχεδόν τα μισά από όσα έχουν λάβει τα Υπουργεία
Στην Ελλάδα εξάλλου υπάρχει ένα ακόμη πρόβλημα, αυτό της στρεβλής εξαρχής κατανομής με την κυβέρνηση να κατευθύνει τα χρήματα κυρίως σε μεγάλους οργανισμούς και επιχειρήσεις, υποβαθμίζοντας τις ανάγκες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που δεν έχουν πρόσβαση στο δανεισμό, όπως οι εταιρικοί κολοσσοί
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Ειδικής Υπηρεσίας Συντονισμού του Ταμείου Ανάκαμψης του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, από το σύνολο των 330 συμβασιοποιημένων δανείων, τα 166 έχουν χορηγηθεί σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, με συνολικό προϋπολογισμό που προσεγγίζει τα 2 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, η ανακοίνωση της λίστας των 100 τελικών δικαιούχων με τη μεγαλύτερη χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Top 100 Final Recipients) που μοιράζονται συνολικά 16,13 δισ. ευρώ, δείχνει ότι το μεγαλύτερο μέρος των δανειακών πόρων του προγράμματος “Ελλάδα 2.0” έχει κατανεμηθεί σε λίγες μεγάλες εταιρείες και επιχειρηματικούς ομίλους, που αν και έχουν εύκολη πρόσβαση στον δανεισμό, άρπαξαν την ευκαιρία του χαμηλού επιτοκίου των πόρων του Μηχανισμού.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μόνο οι 20 κορυφαίες εταιρείες της λίστας έχουν λάβει πάνω από 3,7 δισ. ευρώ από το Ταμείο, κυρίως μέσω δανείων.
Στην πραγματικότητα, τα στοιχεία της λίστας των 100 μεγαλύτερων αποδεκτών δείχνουν ότι οι τελικοί δικαιούχοι είναι λιγότεροι από τον αριθμό των έργων και των δανείων του Ταμείου, καθώς πολλοί εξ αυτών είναι εταιρείες που ελέγχονται από τους ίδιους μετόχους.
Για παράδειγμα, ο Όμιλος ΔΕΗ (η μεγαλύτερη εταιρεία παραγωγής και προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα) είναι ο μεγαλύτερος δικαιούχος των πόρων του RRF μεταξύ των ιδιωτικών εταιρειών, με δάνεια και επιχορηγήσεις συνολικού ύψους 1,3 δισ. ευρώ, μέσα από διαφορετικά έργα που έχουν αναλάβει θυγατρικές του ομίλου (ΔΕΔΔΗΕ, Δεη οπτικές επικοινωνίες, Φοίβη Ενεργειακή, SolarLab, κα)
Ο δεύτερος μεγαλύτερος δικαιούχος είναι ο Όμιλος ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ (δραστηριοποιείται στην κατασκευή, παραγωγή ενέργειας, παραχωρήσεις, εξορύξεις και ακίνητα), ο οποίος έχει λάβει 380 εκατ. ευρώ για το έργο αντλησιοταμίευσης στην Αμφιλοχία (Τέρνα Ενεργειακή), καθώς και για το έργο ανάπτυξης οπτικών ινών (Terna Fiber).
Ο τρίτος μεγαλύτερος δικαιούχος είναι ο Όμιλος ΑΔΜΗΕ (διαχειριστής του ελληνικού συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας), ο οποίος έχει λάβει 303 εκατ. ευρώ από τον Μηχανισμό.
Στον κατάλογο με τους 100 τελικούς αποδέκτες περιλαμβάνονται φυσικά και τα Υπουργεία, με επιχορηγήσεις για διάφορα έργα και προγράμματα συνολικού ύψους 8,2 δισ που αντιστοιχούν στο 23% των συνολικών διαθέσιμων πόρων του Μηχανισμού. Πρώτο στη λίστα των επιχορηγήσεων το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Τι θα γινει με τα αδιάθετα κονδύλια
Αν οι καθυστερήσεις δεν αντιμετωπιστούν μέχρι το τέλος του Μηχανισμού, όπως είναι και το πιο πιθανό με βάση τις σημερινές επιδόσεις των κρατών μελών, τι θα συμβεί με τα αδιάθετα κονδύλια;
Μία πιθανότητα είναι ότι αυτά θα χαθούν, μειώνοντας το συνολικό ύψος των τελικών κονδυλίων του Μηχανισμού. Ο προϋπολογισμός του Μηχανισμού εξάλλου έχει ήδη μειωθεί από την αρχή, καθώς ορισμένα κράτη επέλεξαν να μην αξιοποιήσουν πλήρως τις επιχορηγήσεις ή τα δάνεια που είχαν στη διάθεσή τους.
Μόνο 13 χώρες αποφάσισαν να λάβουν δάνεια, καθώς για εκείνες ο ευρωπαϊκός δανεισμός ήταν πιο συμφέρων από την έκδοση εθνικού χρέους.
«Για να περιορίσει τις απώλειες, η Επιτροπή ελπίζει ότι τα αδιάθετα ποσά που δεν θα καταβληθούν στα κράτη θα είναι κυρίως δάνεια και όχι επιχορηγήσεις», εξηγεί η Eulalia Rubio, ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Jacques Delors της Γαλλίας.
Ωστόσο, δεν υπάρχει καμία εγγύηση γι’ αυτό.
Μία άλλη πιθανότητα είναι τα κονδύλια αυτά να ανακατανεμηθούν από τις Βρυξέλλες για άλλους σκοπούς. Αυτό το σενάριο εξετάστηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα μέσα Φεβρουαρίου. Η πιθανή ανακατανομή αδιάθετων κονδυλίων προς την άμυνα έχει γίνει ακόμη πιο πιθανή μετά την ανακοίνωση του ευρωπαϊκού εξοπλιστικού προγράμματος ύψους 800 δισ. ευρώ (ReArm Europe).
Ωστόσο, οι Ευρωπαίοι Επίτροποι συνεχίζουν να προωθούν την πλήρη εκταμίευση των κονδυλίων, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει αναθεώρηση των εθνικών σχεδίων για τη διευκόλυνση της επίτευξης των στόχων. Η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στις αναθεωρήσεις μαζί με την Ιταλία και την Ιρλανδία, έχοντας καταθέσει μέχρι σήμερα 3 αιτήματα για τροποποίηση του Σχεδίου της.
Ο Παναγιώτης Κορκολής περιγράφει κι ένα ακόμη πιθανό σενάριο: «Αυτό που συζητείται στις Βρυξέλλες είναι να μεταφερθούν τα αδιάθετα κονδύλια ή ένα μέρος αυτών, τόσο από την Ελλάδα όσο και από άλλα κράτη που είναι βέβαιο ότι θα τα χάσουν, στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕ). Στη συνέχεια, η ΕΤΕ θα αναλάβει τη διοχέτευση των πόρων για υλοποίηση έργων στα κράτη-μέλη που δεν κατάφεραν να απορροφήσουν τα κονδύλια. Με άλλα λόγια, αυτό θα αποτελέσει μια έμμεση παράταση για μέρος των αδιάθετων κονδυλίων. Ωστόσο, σε αυτή την περίπτωση, δεν θα τα διαχειρίζονται πλέον τα ίδια τα κράτη-μέλη, αλλά η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων», καταλήγει ο γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου ΕΝΑ.
*Η διασυνοριακή έρευνα δεδομένων εκπονήθηκε στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Δημοσιογραφίας Δεδομένων (EDJNet).
Την έρευνα συντόνισε η γαλλική δημοσιογραφική ομάδα Alternatives Economiques, ενώ συμμετείχαν οι : Openpolis (Ιταλία), HVG (Ουγγαρία) και MIIR (Ελλάδα).
