O Ακήρυχτος Πόλεμος κατά των Γυναικών στην Ευρώπη

Μέρος 3ο

 

Η συστημική αποτυχία πρόληψης των γυναικοκτονιών

 

                                                                                     12/3/2023

 

Έρευνα-κείμενο: Ιωάννα Λουλούδη, Νίκος Μορφονιός, Κώστας Ζαφειρόπουλος (MIIR)

Ανάλυση & Οπτικοποίηση δεδομένων:  Θανάσης Τρομπούκης (iMΕdDLab)

Οπτικοποίηση δεδομένων: Κορίνα Πετρίδη 

Εικονογράφηση: Λουίζα Καραγεωργίου 

 


«Ελάτε, σκότωσα τη γυναίκα μου…»

Στις 22 Ιανουαρίου σημειώθηκε στη Νίκαια η πρώτη γυναικοκτονία για το 2023. Ενας 50χρονος άντρας σκότωσε με στραγγαλισμό την 54χρονη σύζυγό του, αφού πρώτα τη χτύπησε, και έπειτα κάλεσε την αστυνομία δηλώνοντας την παραπάνω φράση. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες και όσα έγιναν γνωστά μετά τον φόνο, ο δράστης είχε οδηγηθεί και στο παρελθόν, το 2017 και το 2019, στο τοπικό αστυνομικό τμήμα για ενδοοικογενειακή βία, χωρίς ωστόσο να έχει γίνει γνωστή η μετέπειτα ποινική του μεταχείριση. Θα μπορούσε το έγκλημα αυτό να είχε αποφευχθεί;

Το ερώτημα αυτό εμφανίζεται ξανά και ξανά στο άκουσμα ακόμη μίας γυναικοκτονίας. Υπάρχει κάτι που θα μπορούσαν οι Αρχές να είχαν κάνει παραπάνω για να προστατεύσουν τη γυναίκα προτού χάσει τη ζωή της;

Ο Απόστολος Τσάπας εκφράζει έντονα τη λύπη του για την αποτυχία των διωκτικών αρχών να προστατεύσουν τα δικά του παιδιά. Η 28χρονη Κωνσταντίνα Τσάπα μαζί με τον 29χρονο αδερφό της Γιώργο Τσάπα δολοφονήθηκαν στις 5 Απριλίου 2021 από τον εν διαστάσει σύζυγό της στο χωριό Μακρινίτσα του Πηλίου. Η διπλή δολοφονία κυρίευσε τις ειδήσεις εκείνων των ημερών μέσα στο τρίτο κύμα της πανδημίας της Covid-19, περίοδο κατά την οποία ίσχυαν ακόμη αρκετά περιοριστικά μέτρα. Τέσσερις μέρες πριν από τους φόνους ο εν διαστάσει σύζυγος είχε επιτεθεί βίαια στο ίδιο σπίτι ξανά στη μητέρα του ανήλικου παιδιού του και τους γονείς της.

«Στον καβγά τότε στη Μακρινίτσα, πριν από τη δολοφονία, είχε έρθει στο σπίτι και μας χτύπησε και τους τρεις, εμένα, τη γυναίκα μου και τη συγχωρεμένη την κόρη μου. Τότε τον πήρε η αστυνομία, τον πήγαν μέσα, τον κράτησαν κάνα δίωρο-τρίωρο. Τον αφήσαν, όμως, καθώς μου λέγανε “δεν μπορούμε να τον κρατήσουμε άλλο”. Επαιρναν συνεχώς την κόρη μου τηλέφωνο και την ενοχλούσαν, “τι να τον κάνουμε, δεν μπορούμε να τον κρατήσουμε άλλο”. Και αντί να τον κρατήσουν, αφέθηκε ελεύθερος. Καταθέσαμε μήνυση, αλλά δεν τον συνέλαβαν. Τώρα και να ρίξουμε ευθύνες… Το κακό έγινε, τα παιδιά μου εμένα δεν πρόκειται να γυρίσουν πίσω» περιγράφει συντετριμμένος στο MIIR ο Απόστολος Τσάπας και προσθέτει ότι η κόρη του είχε καταθέσει ασφαλιστικά μέτρα εναντίον του δράστη, ωστόσο αυτά δεν εκδικάστηκαν εγκαίρως.

«Τα ασφαλιστικά μέτρα όμως ήταν προγραμματισμένα να εκδικαστούν την επόμενη μέρα της δολοφονίας. Και φυσικά τη σκότωσε και δεν πρόλαβε να εκδικαστεί η λήψη τους» τονίζει η Ανθούλα Ανάσογλου, συνήγορος της οικογένειας των θυμάτων. «Του είχε γίνει μήνυση για ενδοοικογενειακή βία το 2021, ωστόσο στο πλαίσιο του αυτοφώρου δεν είχε συλληφθεί ποτέ. Οι αστυνομικές δυνάμεις είχαν ανεκτική στάση απέναντι στον δράστη. Μέσα μάλιστα στο ακροατήριο στη δίκη ο αστυνομικός μάρτυρας παραδέχτηκε ότι τον αφήσαμε ελεύθερο λέγοντας στη σύζυγο “εντάξει μωρέ, σε αγαπάει, δεν θα σου κάνει κακό”. Και “εντάξει μωρέ, ζευγάρι ήταν, θα τα ξαναέβρισκαν”. Το είπε αυτό ο αστυνομικός μάρτυρας στο δικαστήριο και προκλήθηκε μεγάλη ένταση».

Σε μικρά μέρη όπου γνωρίζονται όλοι, όπως στην περίπτωση της Μακρινίτσας, η παρεμβατικότητα των αστυνομικών ξεπερνά τα καθήκοντά τους στις υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας, εξηγεί η δικηγόρος της οικογένειας Τσάπα: «Οι αστυνομικοί παίζουν τον ρόλο των ψυχολόγων και προσπαθούν να καθησυχάσουν τους συζύγους, χωρίς να καταλαβαίνουν το μέγεθος της σοβαρότητας. Η κοπέλα, δυστυχώς, ό,τι και να έκανε, μα ό,τι και να έκανε, έπεσε στο κενό! Ηταν σαν να υπήρχε ένα θρίλερ που ξέρεις πώς θα τελειώσει. Φωτογραφίες τις προηγούμενες μέρες του φονικού έδειχναν που την έσπασε στο ξύλο, με μαυρισμένο μάτι. Την έβριζε, την κλείδωνε, ατελείωτη βία. Δύο χρόνια συνέβαιναν αυτά. Είχε χτυπήσει στο παρελθόν ξανά τον αδελφό και τους γονείς. Επί δύο χρόνια υπήρχε μια συστηματική κάλυψη. Εδειχναν όλα ότι θα γίνει τραγωδία – και έγινε».

Τα αίτια ενός προδιαγεγραμμένου εγκλήματος

Οπως προκύπτει από τη διασυνοριακή έρευνα δεδομένων που πραγματοποίησε το Μεσογειακό Ινστιτούτο Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (MIIR) στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Δημοσιογραφίας Δεδομένων (EDJNet) μαζί με 18 συνολικά ευρωπαϊκούς δημοσιογραφικούς οργανισμούς με στόχο τη συγκέντρωση επικαιροποιημένων στοιχείων για την έκταση της έμφυλης βίας στην Ευρώπη, στην Ελλάδα η περίοδος της πανδημίας χαρακτηρίστηκε από την τρομακτική αύξηση κατά 110,2% στα θύματα σωματικής βίας το 2020 και κατά 90,4% το 2021, αφού το 2020 είχαν καταγραφεί 3.609 θύματα σωματικής βίας, που έφτασαν τα 6.873 το 2021. Στο ίδιο διάστημα τα θύματα ψυχολογικής βίας αυξήθηκαν από 2.906 σε 5.350, ενώ τα θύματα σεξουαλικής βίας από 69 σε 141. Ανάλογα περιστατικά σωματικής, σεξουαλικής, οικονομικής και ψυχολογικής βίας αντιμετώπισαν χιλιάδες γυναίκες στην Ευρώπη.

Την ίδια ώρα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που μπόρεσαν να συγκεντρώσουν οι συμμετέχουσες δημοσιογραφικές ομάδες, την υψηλότερη αύξηση στις επισήμως καταγεγραμμένες γυναικοκτονίες, σημείωσε το 2021 η Ελλάδα με 187,5%, από 8 περιστατικά το 2020 σε 23 το 2021. Συγκρίνοντας τη διετία της πανδημίας με το 2019 προέκυψε ότι σε Ελλάδα, Σλοβενία, Γερμανία και Ιταλία υπήρξε σημαντική αύξηση των γυναικοκτονιών. Παράλληλα, και τα στοιχεία της Eurostat για τις ανθρωποκτονίες με πρόθεση γυναικών από άνδρες, συντρόφους ή συγγενείς, τα οποία εξετάστηκαν κατά την έρευνα, επιβεβαιώνουν ανάλογη αύξηση ύψους 156% το 2021 στην Ελλάδα σε σχέση με το 2020.
Στην Ελλάδα η έξαρση των εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας και των γυναικοκτονιών οδήγησαν τον Νοέμβριο του 2021 τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Βασίλη Πλιώτα, να αποστείλει εγκύκλιο με την οποία καλούσε τους εισαγγελείς να παρεμβαίνουν άμεσα προκειμένου, στο πλαίσιο του αυτοφώρου, να κινούνται οι διαδικασίες για τη σύλληψη των δραστών εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας και οι συναφείς ποινικές υποθέσεις να εκδικάζονται κατά προτεραιότητα, ώστε να αποφεύγεται η αναβολή εκδίκασής τους. 
Μάλιστα έκανε ρητή αναφορά στον όρο «γυναικοκτονία», θέτοντας με τον τρόπο αυτό για πρώτη φορά ως ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός ζήτημα νομικής θεμελίωσής του. Ζητούσε ακόμη να υποστηρίζονται τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας στην καταγγελία της βίαιης σε βάρος τους συμπεριφοράς. Δηλαδή ζήτησε από τους/τις Εισαγγελείς να εφαρμόζουν τον νόμο για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας (Ν. 3500/2006), ο οποίος ισχύει στη χώρα μας από τον Ιανουάριο 2007.

Παρά την εγκύκλιο Πλιώτα στην πράξη η παροχή προστασίας και η απονομή δικαιοσύνης δεν κινούνται όσο γρήγορα πρέπει.

Η Κική Πετρουλάκη, ψυχολόγος και πρόεδρος του Δ.Σ. του Ευρωπαϊκού Δικτύου κατά της Βίας, τονίζει στο MIIR πως ένας δράστης, όπως στην περίπτωση της Μακρινίτσας, «στην πραγματικότητα δε θα μείνει μέσα, γιατί οι Αρχές, πριν συμβεί η γυναικοκτονία, τείνουν να εκλαμβάνουν την ενδοοικογενειακή βία ως “ένα καβγά στο ζευγάρι” και όχι ως το σοβαρό έγκλημα που είναι. Ακριβώς αυτός είναι ο λόγος που, ακόμα και όταν εκδίδονται περιοριστικοί όροι ή ασφαλιστικά μέτρα, κανείς δεν παρακολουθεί την τήρησή τους ούτε τιμωρεί την παραβίασή τους. Κι έτσι, οι επιζώσες και τα παιδιά τους όχι μόνο δεν λαμβάνουν την προστασία που δικαιούνται, αλλά συχνά εκτίθενται σε ακόμα μεγαλύτερο κίνδυνο. Κανείς δεν παρακολουθεί τους περιοριστικούς όρους. Αυτή τη στιγμή περιμένουμε περιοριστικούς όρους για μια μητέρα και ένα παιδί έναν μήνα. Δεν ξέρουμε καν αν έχει ανοιχτεί η δικογραφία στην Εισαγγελία».

Στην ενδοοικογενειακή βία τα περισσότερα εγκλήματα -εκτός του βιασμού και της ανθρωποκτονίας- είναι πλημμελήματα, εξηγεί η Κική Πετρουλάκη, γεγονός που σημαίνει ότι δίνονται μικρές ποινές με αναστολή. «Το θέμα είναι να συλλάβει η Αστυνομία τον δράστη και να τον τιμωρήσει άμεσα η επόμενη αρχή, όχι να συλλάβει η Αστυνομία, να αφήσει η Εισαγγελέας και μέσα σε 2 ώρες να ξαναγυρίσει ο δράστης στο σπίτι. Έχει μεγάλη ευθύνη το σύστημα όταν βλέπει ότι ο δράστης έχει και άλλες προηγούμενες καταγγελίες και αδρανεί. Η ενδοοικογενειακή και η σεξουαλική βία δεν είναι ποτέ μεμονωμένο περιστατικό, επαναλαμβάνεται –με τα ίδια και με διαφορετικά θύματα. Αυτό είναι και ένα θέμα που και η Ευρώπη συζητά τα τελευταία χρόνια, το επαναλαμβανόμενο μοτίβο ως παράγοντας κινδύνου -υπάρχει και στη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης (Ν. 4531/2018) που θέτει κριτήρια για την πρόληψη της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας στην Ε.Ε.- αποτελεί επιβαρυντική περίσταση και θα έπρεπε κάπως να χτυπά καμπανάκια στην Αστυνομία και στην Εισαγγελία να αντιδρούν πιο γρήγορα. Το να μπει κάποιος στη φυλακή για πλημμέλημα σχεδόν αποκλείεται, ακόμη και αν έχει τέσσερις καταδίκες στη σειρά. Αλλά και πάλι να έμπαιναν στη φυλακή δεν θεωρώ ότι θα λυνόταν το πρόβλημα της ενδοοικογενειακής βίας».
Σύμφωνα με την έμπειρη ψυχολόγο που έχει κληθεί να βοηθήσει και να συμβουλεύσει πολλές γυναίκες-θύματα ενδοοικογενειακής/συντροφικής βίας στη χώρα μας, αυτό που χρειάζεται είναι αυστηρά μέτρα που άμεσα θα αφαιρούν από τον δράστη την δυνατότητα να ελέγχει τη ζωή των θυμάτων του, σε συνδυασμό με συστηματική επιτήρηση της ασφάλειας των επιζωσών και των παιδιών τους. 

Η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης περιλαμβάνει πολλές τέτοιες προβλέψεις για την προστασία των επιζωσών ενδοοικογενειακής βίας και των παιδιών που κακοποιούνται άμεσα και/ή εκτίθενται στην κακοποίηση της μητέρας τους τις οποίες, δυστυχώς, η χώρα μας επιλέγει να μην εφαρμόζει ή ακόμα και να παραβιάζει δια νόμου (Ν.4800/2021). Ενδεικτικά αναφέρονται τα άρθρα 26, 31 και 45 που στοχεύουν στην προστασία των παιδιών και τα άρθρα 48, 51, 52, 53 και 56 που εστιάζουν στην αξιολόγηση και διαχείριση κινδύνου με στόχο την πρόληψη της επαναθυματοποίησης. «Η αποτελεσματική εφαρμογή αυτών και άλλων προβλέψεων της Σύμβασης απαιτεί, για κάθε υπόθεση ενδοοικογενειακής βίας που αναφέρεται ή καταγγέλλεται την ειλικρινή, άμεση και συντονισμένη, διατομεακή ανταπόκριση αστυνομίας, δικαιοσύνης και υπηρεσιών υποστήριξης (εξειδικευμένων και γενικών), την οποία επιχειρεί να σχεδιάσει το Ευρωπαϊκό Δίκτυο κατά της Βίας μαζί με όλες τις αρμόδιες Αρχές και Φορείς, στο πλαίσιο του προγράμματος συνεργασίας Ελλάδας-Ισλανδίας “ACF Έργου GR_IS_UnitedForDVSurvivors”», εξηγεί η Κική Πετρουλάκη και, προσθέτει: «Στο τέλος του 2023 θα δούμε εάν η προστασία γυναικών και παιδιών από την ενδοοικογενειακή βία και η μείωση των γυναικοκτονιών αποτελεί πράγματι πολιτική βούληση και προτεραιότητα ή εάν το μόνο που ενδιαφέρει την χώρα μας είναι να μην ‘ακούγεται’ πως παραβιάζουμε την Ευρωπαϊκή και Διεθνή Νομοθεσία και τα ανθρώπινα δικαιώματα των επιζωσών ενδοοικογενειακής βίας και των παιδιών τους…» 

 


Μεταξύ των δεδομένων που αναλύθηκαν στο πλαίσιο της έρευνας του MIIR ήταν και ο
αριθμός διώξεων, καταδικαστικών αποφάσεων και φυλακίσεων των δραστών ενδοοικογενειακής βίας, προκειμένου να υπάρξει μια σχετική εκτίμηση της σχέσης διώξεων και φυλακίσεων για άντρες δράστες ενδοοικογενειακής βίας κατά γυναικών. Από τα διαθέσιμα στοιχεία που συλλέχθηκαν στην Ελλάδα για το 2020 εκτιμάται ότι συγκριτικά με τον αριθμό δραστών ενδοοικογενειακής βίας κατά γυναικών (4.436) το ποσοστό διώξεων φτάνει στο 70,6% (3.132). Οι καταδίκες αγγίζουν το 20,9% των διώξεων, ενώ το ποσοστό των φυλακίσεων υπολογίζεται στο 13,7% των καταδικαστικών αποφάσεων. Ωστόσο, συγκρίνοντας τον αριθμό των δραστών με εκείνο των αντρών που φυλακίστηκαν, εκτιμάται ότι για κάθε 100 δράστες που καταγράφηκαν το 2020 μόλις 2 φυλακίστηκαν. Συνολικά δηλαδή μόλις το 2% των δραστών που άσκησαν βία κατά γυναικών συντρόφων τους φυλακίστηκε.

Αξίζει να αναφερθεί ότι είναι πιθανό να υπάρχουν παρεκκλίσεις στα δεδομένα και ότι τα ποσοστά αυτά είναι απολύτως ενδεικτικά και υπερεκτιμημένα, καθώς οι ποινικές διώξεις που ασκήθηκαν το 2020 αφορούν και υποθέσεις που καταγγέλθηκαν το 2019 ή και το 2018. Ωστόσο αποτελούν μια σχετική εκτίμηση της σχέσης μεταξύ διώξεων και φυλακίσεων των ανδρών δραστών εγκλημάτων βίας κατά γυναικών σε ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και ερμηνεύονται ως δείκτης μιας τάσης.  Με παρόμοιο συλλογισμό αξίζει να υπολογιστεί το ποσοστό των υποθέσεων όπου η ποινική δίωξη έπαυσε επειδή υπήχθησαν σε ποινική διαμεσολάβηση (21,7% και 33,4% των ποινικών διώξεων του 2020 και 2021 αντίστοιχα) καθώς και το ποσοστό των υποθέσεων για τις οποίες εκδόθηκαν περιοριστικοί όροι, το οποίο κυμαίνεται από 0,6% – 1,6% επί των ποινικών διώξεων που ασκήθηκαν κατά τα έτη 2016-2020.

Κατά μέσο όρο λοιπόν μόνο το 3% των αντρών που διώκονταν για ενδοοικογενειακή βία στην Ελλάδα και το 5% στη Σλοβενία κατέληγαν στη φυλακή ετησίως την περίοδο 2016-2021. Αντίθετα, στην Ισπανία το μέσο ετήσιο ποσοστό των αντρών που διώχθηκαν για ενδοοικογενειακή βία και κατέληξαν στη φυλακή ήταν 30% αντίστοιχα.

Οι ποινές και η αναγνώριση της γυναικοκτονίας

Η ελληνική κυβέρνηση πρόσφατα προχώρησε στην αυστηροποίηση των ποινών και του πλαισίου έκτισής τους για τους δράστες εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας. Είναι αυτή όμως η λύση;

«Η αυστηροποίηση των ποινών όχι μόνο δεν είναι πανάκεια, αλλά φαίνεται και ατελέσφορη. Αυτό δεν σημαίνει ότι η ποινή δεν θα πρέπει να είναι ανάλογη με τη βαρύτητα της πράξης, αλλά ότι από μόνη της μια αυστηρή ποινή δεν αρκεί για να αποτρέψει τον δράστη ή για να επιβεβαιώσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς και την απονομή δικαιοσύνης» εξηγεί η Χαρά Χιόνη-Χότουμαν, δικηγόρος στο Κέντρο για τα Εμφυλα Δικαιώματα και την Ισότητα «Διοτίμα». Τονίζει επίσης ότι η μη σωστή εφαρμογή του ποινικού πλαισίου κινδυνεύει να καταστήσει «την ποινική απόκριση κενό γράμμα» και προσθέτει ότι η συχνότητα του φαινομένου των γυναικοκτονιών δείχνει πως η Ελλάδα είναι αναγκαίο να επανεκτιμήσει την απόκρισή της στα εγκλήματα βίας κατά των γυναικών μέσω της αναγνώρισης των γυναικοκτονιών. Επισημαίνει ωστόσο πως πρέπει άμεσα «να επικαιροποιηθούν τα εργαλεία προστασίας μέσω, για παράδειγμα, αυστηροποίησης του πλαισίου γι’ αυτούς που παραβιάζουν αποφάσεις οι οποίες σκοπό έχουν να προστατέψουν το θύμα και να προλάβουν την τέλεση εγκλημάτων βίας».

Με άρθρο του τον περασμένο Οκτώβριο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατέστησε σαφές πως δεν είχε πρόθεση νομικής αναγνώρισης της γυναικοκτονίας στην Ελλάδα, αλλά υποσχόταν πως θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν προκειμένου να περιοριστεί το φαινόμενο. Μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στην ίδρυση 18 αστυνομικών «Γραφείων Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας», επιφορτισμένων με τη διαχείριση των περιστατικών και την παροχή πληροφοριών σε θύματα. Και εκεί όμως έχουν αναφερθεί περιπτώσεις υποστελέχωσης, αλλά και συμπεριφορές από στελέχη που αποθάρρυναν τις γυναίκες από το να καταγγείλουν.

«Γίνονται συνεχώς εκπαιδεύσεις των αστυνομικών για την καλύτερη διαχείριση των περιστατικών έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας» υποστηρίζει η υφυπουργός για τη Δημογραφική Πολιτική και την Οικογένεια, Μαρία Συρεγγέλα, προσθέτοντας πως για την πρόληψη και την αποτροπή της βίας κατά των γυναικών το νομοθετικό πλαίσιο μπορεί να συμβάλει μόνο κατά ένα μέρος. Σε ό,τι έχει να κάνει με τη νομική κατοχύρωση όμως της γυναικοκτονίας, αναφέρει ότι «το θέμα δεν είναι πώς θα ονομάσουμε αυτά τα εγκλήματα κατά των γυναικών αλλά το πιο σημαντικό είναι να εστιάσουμε στην πρόληψη των φαινομένων και να δώσουμε ένα τέλος στις νοοτροπίες που επιτρέπουν κακοποιητικές συμπεριφορές».

Στην Κύπρο, όπου η γυναικοκτονία αναγνωρίστηκε τον Ιούλιο του 2022 ως ιδιώνυμο αδίκημα έπειτα από εισήγηση της προέδρου της Κυπριακής Βουλής, Αννίτας Δημητρίου, η εικόνα είναι διαφορετική. 

Μιλώντας στο MIIR η κα. Δημητρίου, η οποία είναι και η πρώτη γυναίκα στη θέση αυτή στην Κύπρο, αναφέρει πως ο όρος δεν αναιρεί τον όρο ανθρωποκτονία, αλλά επιδρά συμπληρωματικά και ενισχυτικά. «Οφείλουμε καταρχάς να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, για να μπορέσουμε να επιτύχουμε την αποτελεσματική αντιμετώπισή τους. Γι’ αυτόν τον λόγο ακριβώς επιμένουμε στη σημαντικότητα του όρου γυναικοκτονία, γιατί κωδικοποιεί, νοηματοδοτεί και ονοματίζει την πιο ακραία μορφή έμφυλης βίας – και κάθε σύγχρονη κοινωνία που σέβεται τον εαυτό της οφείλει να παραδεχτεί ότι τα θύματα της ενδοοικογενειακής και σεξουαλικής βίας, τα θύματα μισογυνισμού, τα θύματα άσκησης βίας από ερωτικό σύντροφο, τα θύματα εγκλημάτων “τιμής” ή για θρησκευτικές πεποιθήσεις είναι γυναίκες και όχι άντρες. Ως εκ τούτου η θέσπιση της γυναικοκτονίας ως ιδιώνυμου αδικήματος -έναντι του εγκλήματος του κοινού Ποινικού Δικαίου της ανθρωποκτονίας- δίνει έμφαση στην ένταση, στην προέλευση και στην αιτία του εγκλήματος. Υπάρχει συνεπώς ανάγκη νομικού διαχωρισμού. Παράλληλα προστίθεται στην εργαλειοθήκη για την εξάλειψη του φαινομένου ακόμη μία πολύτιμη παράμετρος: η δυνατότητα μιας επίσημης καταγραφής των γυναικοκτονιών».

Όπως έδειξε και η έρευνα του MIIR, υπάρχει ένα σημαντικό πανευρωπαϊκό κενό δεδομένων ως προς τον πραγματικό αριθμό των γυναικοκτονιών πρωτίστως, αλλά και των γυναικών θυμάτων σωματικής, σεξουαλικής, ψυχολογικής και οικονομικής βίας. Υπάρχει επίσης σημαντικό κενό ως προς τον πραγματικό αριθμό των δραστών αυτών των εγκλημάτων. Σε Ελλάδα και Ευρώπη ειδικοί, γυναικείες οργανώσεις και συλλογικότητες που τάσσονται υπέρ της αναγνώρισης της γυναικοκτονίας ως ιδιώνυμου αδικήματος τονίζουν πως είναι ίσως ο μόνος τρόπος να μπει φρένο στην υποκαταγραφή των εγκλημάτων που σκοτώνουν και πληγώνουν χιλιάδες γυναίκες κάθε χρόνο.

Τα δεδομένα που προέκυψαν από την έρευνα, καθώς και τα συμπεράσματα σχετικά με τα θεσμικά κενά στην πρόληψη και υποστήριξη των θυμάτων αλλά και στην απονομή δικαιοσύνης, δείχνουν πως ο ακήρυχτος πόλεμος κατά των γυναικών στην Ευρώπη δεν πρόκειται να σταματήσει εάν πολίτες και πολιτικοί δεν κοιτάξουν κατάματα το πρόβλημα και δεν επενδύσουν οικονομικά και ποιοτικά στην ενίσχυση του συστήματος προστασίας γυναικών και ευάλωτων ομάδων, στην εφαρμογή των νόμων και στη συστηματική εκπαίδευση των νέων γύρω από ζητήματα ισότητας των φύλων και σεξουαλικών σχέσεων. Είναι αυτό ίσως και ένας μικρός φόρος τιμής προς τις γυναίκες που έχασαν μέχρι τώρα τη ζωή τους εξαιτίας εγκλημάτων που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί.

 

Η διασυνοριακή έρευνα δεδομένων οργανώθηκε και συντονίστηκε από το Μεσογειακό Ινστιτούτο Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (MIIR.gr – Mediterranean Institute for Investigative Reporting) στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Δημοσιογραφίας Δεδομένων (EDJNet – European Data Journalism Network). H ανάλυση & οπτικοποίηση των δεδομένων υλοποιήθηκε από το iMΕdD Lab (incubator for Media Education and Development). Στις οπτικοποιήσεις για αυτό το άρθρο συνέβαλε η Κορίνα Πετρίδη.

Στην έρευνα που διεξήχθη από τον Οκτώβριο 2022 ως τον Φεβρουάριο 2023 συμμετείχαν ακόμη 14 μέλη του EDJNet: Deutsche Welle (Γερμανία), Openpolis, OBC Transeuropa (Ιταλία), Civio, El Confidencial (Ισπανία), Divergente(Πορτογαλία), CINS (Σερβία), Pod črto (Σλοβενία), BIQdata/Gazeta Wyborcza, Frontstory.pl (Πολωνία), Deník Referendum (Τσεχία), EUrologus/HVG(Ουγγαρία), PressOne (Ρουμανία), Journalism++ (Σουηδία). Στην έρευνα συνέβαλαν επίσης με δεδομένα οι δημοσιογραφικές ομάδες: Noteworthy(Ιρλανδία), Investigace (Τσεχία) και Atlatszo (Ουγγαρία).

Η έρευνα δημοσιεύθηκε σε τρία μέρη στo miir.gr και την ΕφΣυν. 

Δείτε εδώ το 1ο μέρος της έρευνας:

Γυναικοκτονίες και αύξηση της βίας κατά των γυναικών στην Ευρώπη στον καιρό της πανδημίας.

Δείτε εδώ το 2ο μέρος της έρευνας:  

Εγκλωβισμένες στον λαβύρινθο της ενδοοικογενειακής βίας

Share This