Παγιδευμένοι στα ψηφιακά συστήματα επιτήρησης

Τα ψηφιακά τείχη της Ευρώπης-Φρούριο: Μέρος 2ο

 

 

Έρευνα MIIR: Κώστας Ζαφειρόπουλος, Ιωάννα Λουλούδη, Νίκος Μορφονιός

30/4/2022

Στο ελληνικό προξενείο της Κωνσταντινούπολης, ένα πρωινό του 2016, ο Erkan, Τούρκος υπήκοος κουρδικής καταγωγής, περνάει το κατώφλι του κτηρίου για να απευθυνθεί στις ελληνικές αρχές. Αναζητούσε μια θεώρηση εισόδου στην Ελλάδα προκειμένου να διαφύγει από την Τουρκία, σε μια περίοδο που το καθεστώς Ερντογάν ενέτεινε τις διώξεις ιδίως κατά της ηγεσίας και μελών του αντιπολιτευτικού κόμματος HDP και των κουρδικής καταγωγής υποστηρικτών του. Η ελληνική προξενική αρχή ωστόσο απέρριψε το αίτημα για visa και ο Erkan υποχρεώθηκε να παραμείνει στην Τουρκία. 

Ορεστιάδα Έβρος, 4 χρόνια μετά. Ο Erkan συλλαμβάνεται στα ελληνοτουρκικά σύνορα καθώς επιχειρούσε να εισέλθει στο ελληνικό έδαφος και οδηγείται στα δικαστήρια. Το δικαστήριο τον τιμώρησε με 4 χρόνια φυλάκιση χωρίς αναστολή και πρόστιμο 10.000 ευρώ με την κατηγορία της επανεισόδου στη χώρα… Όμως, ο Erkan δεν είχε εισέλθει ποτέ ξανά στην Ελλάδα…

Τι είχε συμβεί; Ενώπιον των Ελλήνων δικαστών ο Erkan ζήτησε άσυλο από την Ελλάδα για διώξεις από το καθεστώς Ερντογάν, ωστόσο του ανακοινώθηκε ότι το όνομά του βρίσκεται στον Εθνικό Κατάλογο Ανεπιθύμητων Αλλοδαπών (ΕΚΑΝΑ) και το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν (SIS II), το μεγαλύτερο σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των χωρών της Σένγκεν, με τη σημείωση ότι έχει απαγορευθεί η είσοδος στη χώρα για 7 χρόνια. Εξαιτίας της ένταξής του στους καταλόγους αυτούς, οδηγήθηκε αρχικά στις φυλακές Κομοτηνής και κατόπιν στις φυλακές της Κέρκυρας. 

“Προσπαθούσαμε να ανακαλύψουμε τι πραγματικά είχε συμβεί” διηγείται η συνήγορος του του Erkan και δικηγόρος της HumanRights360, Ευγενία Κουνιάκη, “καθώς ο πελάτης μου δεν είχε εισέλθει ποτέ ξανά στην Ελλάδα και ξαφνικά καταδικάστηκε για επανείσοδο στη χώρα. Αρχικά, απευθύνθηκα στις αστυνομικές αρχές, στον Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου στην Αθήνα, όπου μου απάντησε ότι ο πελάτης μου έχει ενταχθεί στον ΕΚΑΝΑ και στο SIS ΙΙ γιατί είχε απορριφθεί η visa του από το Προξενείο της Κωνσταντινούπολης” . 

Η αλήθεια πολύ απλά βρισκόταν στη λειτουργία του ενιαίου ευρωπαϊκού συστήματος θεωρήσεων VISA (Visa Information System-VIS) και του SIS ΙΙ. Το ελληνικό προξενείο που διεκπεραίωσε την αίτηση του Erkan καταχώρησε την άρνηση χορήγησης visa στο σύστημα του VIS και παράλληλα στο SIS II. Από εκεί και πέρα, αυτή η εγγραφή έφτανε για να πάρει τον δρόμο προς τη φυλακή, ακόμη και αν αναζητούσε διεθνή προστασία.  “Ακόμη κι όταν  ζήτησα τη διαγραφή του από τον κατάλογο των ανεπιθύμητων και το SIS II, καθώς ο Erkan ήταν αιτούντας άσυλο, η ελληνική αστυνομία το αρνήθηκε”, περιγράφει η Κουνιάκη. “Πέρα από το γεγονός ότι ο πελάτης μου δεν γνώριζε ότι έχει ενταχθεί στον κατάλογο, κατόπιν, όταν επιχειρήσαμε να μάθουμε γιατί απορρίφθηκε το 2016 η visa, λάβαμε την αόριστη απάντηση ‘για την παραποίηση κάποιων εγγράφων’. Το χειρότερο είναι όταν επιχείρησα να μάθω ποια είναι τα έγγραφα που ισχυρίστηκαν ότι παραποιήθηκαν, δεν μπορούσαμε να ελέγξουμε ποια ήταν αυτά. Ευτυχώς, στην προσφυγή που καταθέσαμε για την αναστολή εκτέλεσης της ποινής, οι δικαστές δέχθηκαν τα επιχειρήματά μας, και μετά από έναν χρόνο τουλάχιστον βγήκε από τη φυλακή”.
Ωστόσο, μετά από όλη αυτή την άδικη μεταχείριση και τη φυλάκιση, προτίμησε να αποχωρήσει από τη χώρα “γιατί πίστευε ότι δεν θα βρει ποτέ το δίκιο του”, καταλήγει η Κουνιάκη.

 

 

 

 

 

Κάψιμο δακτύλων για να αποφύγουν την ταυτοποίηση στο Eurodac

Η ιστορία του Erkan μπορεί να ακούγεται εξοργιστική, αλλά δυστυχώς δεν είναι μόνη που συνδέεται με τις συνέπειες της λειτουργίας των τεχνολογιών επιτήρησης και των συστημάτων βιομετρικών δεδομένων πάνω στα σώματα των μεταναστών. Στην έκθεση “Technological Testing Grounds: Migration Management Experiments and Reflections from the Ground Up” (ΕDRi, refugee law lab, November 2020) η συγγραφέας Petra Molnar, δικηγόρος και μέλος του EDRi (European Digital Rights), έχει συλλέξει πλειάδα συνεντεύξεων από αιτούντες άσυλο στις Βρυξέλλες, που ήρθαν σε επαφή με τα συστήματα ελέγχου της κινητικότητας στη διάρκεια του ταξιδιού τους προς την ασφάλεια στην Ευρώπη. 

Ο Καλέμπ, ένας παντρεμένος άντρας στα 30, περιγράφει την εμπειρία του με τη διαδικασία ασύλου λέγοντας ότι ένιωσε “σαν ένα κομμάτι κρέας χωρίς ζωή, μόνο αποτυπώματα και σκανάρισμα ίριδας”. Μια άλλη μετανάστρια, η Esche, περιγράφει τη συνάντησή της με τα drones στη Μεσόγειο και στο κανάλι της Αγγλίας με μια αποστομωτική ατάκα τη στιγμή που τα είδε στον ουρανό: “τώρα έχουμε και ιπτάμενους υπολογιστές αντί για περισσότερο άσυλο”. 

Την πιο δυσάρεστη ιστορία διηγείται ο Νεγκάσι, ένας 20χρονος από την Αιθιοπία: “Έχω κουραστεί και θέλω να πάω στην Αγγλία” περιγράφει καθώς είναι εγκλωβισμένος στις Βρυξέλλες για περίπου δύο χρόνια, χωρίς χαρτιά, και νωρίτερα το ίδιο στη Νυρεμβέργη για 5 χρόνια. Δεν είναι όμως η πρώτη του φορά στο Βέλγιο, καθώς είχε απελαθεί ξανά στη Γερμανία, όταν είχε συλληφθεί σε ένα πάρκο στις Βρυξέλλες, όπου κοιμόταν ως άστεγος. Όταν τα βιομετρικά του δεδομένα ελήφθησαν από τη βελγική αστυνομία, το αποτυπώματα έδειξαν την ένδειξη ταυτοποίησης (hit) στο σύστημα EURODAC, που αποθηκεύει και ταυτοποιεί τα αποτυπώματα των αιτούντων άσυλο, αναγνωρίζοντας ότι είχε κάνει για πρώτη φορά αίτηση ασύλου στη Γερμανία. Οπότε, τον έστειλαν πίσω λόγω του Δουβλίνο ΙΙ, που ορίζει ότι η πρώτη χώρα υποδοχής οφείλει να διεκπεραιώσει το αίτημα. 

Ο Νεγκάσι αναγνωρίζει ότι η διαδικασία συλλογής βιομετρικών δεδομένων είναι επεμβατική στο σώμα, αλλά πώς να αντιδράσει: “Πώς μπορώ να αρνηθώ όταν η αστυνομία μου περνάει χειροπέδες, με πηγαίνει στο τμήμα και με αναγκάζει τα δώσω αποτυπώματα;” λέει στη Molnar. Έχει φίλους, που έφτασαν μέχρι το σημείο τα κάψουν τα δάχτυλά τους για να αλλοιώσουν τα αποτυπώματά τους και να αποφύγουν την ταυτοποίηση. “Ωστόσο, αυτό δεν λύνει το πρόβλημα” για τον Νεγκάσι, καθώς μη ταυτοποίηση σημαίνει συνήθως μεγαλύτερο διάστημα κράτησης. 

“Υπάρχει μια πολύ σημαντική πτυχή η οποία δεν συζητείται αρκετά στον δημόσιο διάλογο”, μας λέει η Petra Molnar, “και αφορά στο γεγονός ότι αυτές οι τεχνολογίες παρακολούθησης προκαλούν τραύματα σε ανθρώπους που δεν έχουν μάλιστα εξοικείωση με την τεχνολογία. Οι μετανάστες με τους οποίους συνομίλησα είχαν όλοι ισχυρή μέσα τους την πεποίθηση ότι βιώνουν μια ρατσιστική και διακριτική μεταχείριση μέσα από την επαφή τους με αυτά τα συστήματα”. 

Για αυτό είναι ακόμη πιο σημαντικό, συνεχίζει, “όσον αφορά τη βίαιη χρήση αυτών των τεχνολογιών, να υπάρχει λογοδοσία, εποπτεία και διακυβέρνηση. Πρέπει να εστιάσουμε στο τι είδους δομές διακυβέρνησης πρέπει να αναπτυχθούν για να διασφαλιστεί ότι αυτές οι υψηλού κινδύνου για τα ανθρώπινα δικαιώματα τεχνολογίες δεν θα προκαλούν τραύματα σε ανθρώπους”. 

Το κομμάτι της λογοδοσίας πάντως δεν φαίνεται να ενισχύεται από τον τρόπο ανάπτυξης αυτών των συστημάτων. Η εμπλοκή ιδιωτικών εταιρειών των βιομηχανιών ασφάλειας και άμυνας περιπλέκει περισσότερο τα πράγματα. “Υπάρχει μια πολύ προβληματική σχέση συνεργασίας ιδιωτικών εταιρειών και κρατικών θεσμών, επισημαίνει η Molnar “με το πρόσχημα ότι τα κράτη τα ίδια δεν μπορούν να αναπτύξουν in house αυτές τις τεχνολογίες. Οπότε, τεράστιοι δημόσιοι πόροι κατευθύνονται σε μεγάλες εταιρείες για την ανάπτυξη τους. Όμως, και από νομική πλευρά, δημιουργείται το πρόβλημα που κάποιοι αποκαλούν “πλυντήριο ευθυνών” (responsibility laundering) όταν κάτι πάει στραβά. Σε αυτές τις περιπτώσεις, όπως έχουμε διαπιστώσει, το κράτος λέει “δεν είναι δικό μας πρόβλημα γιατί δεν αναπτύξαμε εμείς αυτή την τεχνολογία”. Και η ιδιωτική εταιρεία από την πλευρά της ανταπάντα ότι “η κρατική διαχείριση των εργαλείων ευθύνεται”. 

Τα ποσά όμως από τους δημόσιους προϋπολογισμούς στο βιομηχανικό σύμπλεγμα διαχείρισης του μεταναστευτικού και ελέγχου των συνόρων είναι πολλά. “Σκεφτείτε”, μας παρακινεί η Molnar, “όλος αυτός ο όγκος χρημάτων σε μια τόσο προβληματική τεχνολογία που επιφέρει τραύματα, να πήγαιναν για την εκπαίδευση, τις νομικές υπηρεσίες, τη στέγαση. Γιατί τα κράτη, αντι να διοχετεύουν τόσα ποσά σε τεχνολογίες επιτήρησης δεν σκέφτονται πώς θα τα αξιοποιήσουν για την κοινωνική ενσωμάτωση;”.

Το Ευρωπαϊκό Σύστημα Επιτήρησης των συνόρων (European Border Surveillance system) Εurosur και τα χρήματα για τα drones

Ίσως το πιο ενδιαφέρον σύστημα για θέματα μετανάστευσης είναι το Eurosur, παράγει χάρτες τόσο από εδαφικά/χερσαία όσο και από θαλάσσια σύνορα, το χειρίζεται η FRONTEX και επιτρέπει την ανταλλαγή χαρτών μεταξύ κρατών όσον αφορά συνοριακούς ελέγχους στη θάλασσα. «Η ανάπτυξη του Eurosur δρομολογείται το 2007, αλλά φτάνει στο Ευρωκοινοβούλιο πρώτη φορά στο τέλος του 2012, αφού έχουν ξοδευτεί εκατοντάδες εκατομμύρια και έχει ολοκληρωθεί ο σχεδιασμός του, φέρνοντας ουσιαστικά τον θεσμό προ τετελεσμένου. Λόγω της αδιαφάνειας, το πλαίσιο έρευνας που καθορίζεται στις αρμόδιες διευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι σε μεγάλο βαθμό αιχμαλωτισμένο από τις προτεραιότητες του συμπλέγματος της βιομηχανίας ασφαλείας», ανέφερε σχετικά στο βιβλίο του «Εμποροι των Συνόρων» ο δημοσιογράφος Αποστόλης Φωτιάδης. 

Όταν είχε αναπτυχθεί στην αρχή είχε προωθηθεί ως μια «ανθρωπιστική τεχνολογία», ένα σύστημα που θα επέτρεπε στις αρχές του κάθε κράτους μέλους να κάνουν search and rescue operations.  Η ιδέα ήταν «χρησιμοποιούμε χάρτες, παίρνουμε πληροφορίες από δορυφόρους αλλά και από drones, για να αντιληφθούμε μεταναστευτικές ροές, πχ από την Αφρική στην Ευρώπη, έτσι ώστε να σώσουμε ανθρώπους στη θάλασσα. Το πρόβλημα είναι ότι το Εurosur δημιουργεί τα λεγόμενα pre frontier pictures. Πρόκειται για χάρτες οι οποίοι επικεντρώνονται στην περιοχή πριν από τα σύνορα, πριν φτάσει κάποιο πλοιάριο στα θαλάσσια σύνορα, πχ της Ελλάδας. «Κυρίως το κάνουν για να διοργανώνουν pull-back operations, γιατί για παράδειγμα οι αρχές της Ιταλίας μπορούν να μοιραστούν δεδομένα με τις αρχές της Λιβύης ώστε οι αρχές της Λιβύης να πάρουν πίσω τους μετανάστες. Δηλαδή ξέρουν ότι τα push-backs δεν επιτρέπονται, οπότε η λύση είναι τα pull-backs. Για αυτό γίνεται και χρηματοδότηση της Λιβύης» εξηγεί στο MIIR ο λέκτορας στο πανεπιστήμιο του Τρέντο, Γιώργος Γλούφτσιος. 

Για τη δημιουργία των pre-frontier χαρτών η Frontex συνεργάζεται και με το Δορυφορικό Κέντρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EU SatCen), που της παρέχει δορυφορικές εικόνες, αεροφωτογραφίες και άλλες σχετικές υπηρεσίες. Στη βάση δεδομένων του Eurosur καταχωρούνται και τα περιστατικά που συμβαίνουν στα θαλάσσια σύνορα της ΕΕ, αν και τα κράτη-μέλη δεν ήταν υποχρεωμένα μέχρι σήμερα να ανεβάζουν συστηματικά και οργανωμένα τα δεδομένα από τα συμβάντα στα σημεία ελέγχου των συνόρων (αυτό άλλαξε με σχετικό εκτελεστικό κανονισμό τον Απρίλιο 2021). Όπερ σημαίνει ότι δεν υπάρχει πλήρης και μεθοδική καταγραφή των περιστατικών, θολώνοντας  τη συνολική εικόνα (situational pictures) των συμβάντων στα εξωτερικά σύνορα. Γεγονός που παραδέχεται και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεση αξιολόγησης του Eurosur (Σεπτέμβριος 2018). 

Η δεύτερη έκθεση της Frontex το 2018 για τη λειτουργία του Eurosur κατέγραψε την περίοδο από τον Δεκέμβριο 2013 ως τις αρχες του 2018 πάνω από 184.000 περιστατικά με τη συντριπτική πλειονότητα (147.827) να αφορούν μεταναστευτικές ροές. 

 

Τον Φεβρουάριο του 2022, η γαλλική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα εγκαταστήσει πρόσθετες κάμερες κατά μήκος της ακτής της Μάγχης για να βοηθήσει στην παρακολούθηση των μεταναστών που ελπίζουν να διασχίσουν το τμήμα του νερού προς το Ηνωμένο Βασίλειο. Οι κάμερες πληρώνονται από τη βρετανική κυβέρνηση. Τον Δεκέμβριο του 2021, το ιταλικό ναυτικό παρέδωσε μια νέα αποστολή εμπορευματοκιβωτίων με εξοπλισμό παρακολούθησης στη Λιβύη για την παρακολούθηση της μετανάστευσης στη Μεσόγειο (πηγή: ερευνητικό περιοδικό Altreconomia τεύχος Φεβρουαρίου 2021). Επιπλέον «κάμερες-παγίδες», όπως συσκευές παρακολούθησης ταχύτητας για αυτοκίνητα και ανθρώπους έχουν επίσης τοποθετηθεί στα σύνορα ή κοντά στα σύνορα μεταξύ Ιταλίας και Σλοβενίας κατά μήκος της λεγόμενης βαλκανικής διαδρομής. 

Μάτια στον ουρανό

Η Frontex επιβεβαιώνει ότι χρησιμοποιεί «ένα σύνολο υπηρεσιών που εμπίπτουν στο EUROSUR, το πλαίσιο ανταλλαγής πληροφοριών που έχει σχεδιαστεί για τη βελτίωση της διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων της Ευρώπης». (πηγή: infomigrants.net, “Digital borders: EU increases use of technology to monitor migration”, 18.2.2022). Ανέφερε ότι το μεγαλύτερο μέρος αυτής της παρακολούθησης εκτελείται «από επιτήρηση από αέρος από επανδρωμένα και μη επανδρωμένα αεροσκάφη, με διατάξεις δορυφορικών εικόνων και συλλογή εντοπισμού θέσης σκαφών μέσω συστημάτων εντοπισμού θέσης».

Σύμφωνα με την πρόσφατη ενδελεχή έρευνα (Funds for Fortress Europe: spending by Frontex and eu-LISA, Ιανουάριος 2022) του μη κερδοσκοπικού οργανισμού Statewatch, η FRONTEX ξοδεύει τα περισσότερα χρήματα του ετήσιου προϋπολογισμού της στον τομέα της θαλάσσιας και εναέριας επιτήρησης (maritime and aerial surveillance – Transport Services), πλάι φυσικά στον τομέα των απελάσεων (ναύλωση charter και προγραμματισμένες πτήσεις για την επιστροφή μεταναστών-Travel Agency). Σύμφωνα με την ανάλυση δεδομένων που υλοποίησε το Statewatch, το διάστημα 2014-2020 η FRONTEX μαζί με τον ευρωπαϊκό οργανισμό EU LISA (που εποπτεύει τα μεγάλα πληροφοριακά συστήματα ελέγχου της κινητικότητας) ξόδεψαν μαζί 1,9 δισ. ευρώ σε συμβόλαια με ιδιωτικές εταιρείες πληροφορικής και της βιομηχανίας της ασφάλειας και της άμυνας. Από τα χρήματα αυτά περίπου μισό δισ. (434 εκ. ευρώ) διαχειρίστηκε η Frontex με περισσότερα από 100 εκατ. ευρώ να πηγαίνουν σε συμβόλαια με ιδιωτικές εταιρείες που αφορούσαν την εναέρια επιτήρηση. Σε αυτά περιλαμβάνονται συμβόλαιο 50 εκατ. ευρώ με την κοινοπραξία Airbus -μία από τις κορυφαίες διευρωπαϊκές (trans-european) εταιρείες της διαστημικής και αμυντικής βιομηχανίας- και της ισραηλινής Elbit, η οποία προμηθεύει το 85% των drones του ισραηλινού στρατού. 

 

Την ίδια περίοδο, κερδοφόρα φαίνεται να είναι η συνεργασία με την Frontex τριών ακόμη εταιρειών παροχής υπηρεσιών εναέριας επιτήρησης, της καναδικής CAE Aviation, της βρετανικής Diamond-Executive Aviation (DEA) και της ολλανδικής EASP Air, που έχουν κερδίσει ως κοινοπραξία συμβόλαια συνολικής αξίας 57 εκατ. ευρώ (χωρίς να υπολογίζονται τα συμβόλαια που έχουν υπογράψει μόνες τους για άλλες υπηρεσίες ασφαλείας και ελέγχου προς τη frontex). 

Η ίδια τάση συνεχίστηκε και το 2021 με 84 εκατ. ευρώ, το ένα έκτο δηλαδή του ετήσιου μπάτζετ της Frontex να πηγαίνει στις υπηρεσίες εναέριας επιτήρησης. 

Στη διαδικασία των απελάσεων, η Frontex συνεργάζεται μεταξύ άλλων με την πολωνική eTravel SA με συμβόλαια αξίας 50 εκατ. ευρώ για την παροχή ταξιδιωτικών υπηρεσιών (booking and ticketing services) για τις προγραμματισμένες πτήσεις επιστροφής, καθώς και με την αγγλική πολυεθνική Air Charter Service Limited και τη νορβηγική AS Aircontact στη ναύλωση charter για τον ίδιο σκοπό.  

 

Η οργάνωση Privacy International με έδρα το Λονδίνο τον Ιούλιο του 2021 δημοσίευσε τα ευρήματά της σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο ένας αυξανόμενος αριθμός εταιρειών «αναπτύσσουν δορυφόρους ικανούς να παρακολουθούν και να πωλούν τα δεδομένα τους σε συνοριακές υπηρεσίες». Η οργάνωση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, ενώ «μια τέτοια επιτήρηση μπορεί να σώσει ζωές, μπορεί επίσης να διευκολύνει τα pullbacks ή να χρησιμοποιηθεί για τη δίωξη των αιτούντων άσυλο».

Η χρήση όλων αυτών των τεχνολογιών επιτήρησης έχει και βαθύτερη συνέπεια υπογραμμίζει η Antonella Napolitano, συντονίστρια δικτύου της Privacy International. “Από τη μία, συμβάλει στην εγκληματοποίηση της φιγούρας του μετανάστη, και την ίδια στιγμή τον μετατρέπει σε ένα κόμβο δεδομένων από την έναρξη του ταξιδιού από τη χώρα καταγωγής ως την αξιολόγηση βιομετρικών δεδομένων στην ΕΕ, που τον ακολουθούν σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής του. Σκοπός είναι η πλήρης καταγραφή της μετακίνησης του και η παρακολούθηση μέχρι τα επόμενα βήματά στο εσωτερικό του ευρωπαϊκού χώρου”, σημειώνει. “Αν μάλιστα βρεθεί παγιδευμένος εξαιτίας μιας λανθασμένης καταγραφής ή απόφασης μέσα σε αυτά τα συστήματα που αποθηκεύονται τα στοιχεία του, αυτό το λάθος τον ακολουθεί για όλη του τη ζωή”.

Αυτή αντίληψη δεν είναι αποκομμένη από τον κίνδυνο επέκτασης της παρακολούθησης σε όλη τη γκάμα των μετακινήσεων, είτε πρόκειται για τουρισμό είτε για δουλειά. Εξάλλου, επισημαίνει η Napolitano, “η ίδια η διαλειτουργικότητα των συστημάτων είναι ένα καλό παράδειγμα του για το πώς ένα σύστημα που αναπτύχθηκε για την παρακολούθηση των μεταναστευτικών κινήσεων, μπορεί κατόπιν να επεκταθεί για τον καθένα, καθώς τα συστήματα αυτά προδευτικά επεκτείνονται για όλους του ταξιδιώτες που μπαίνουν στον ευρωπαϊκό χώρο, αλλά και για τους πολίτες της ΕΕ που μετακινούνται στο εσωτερικό.   

Το να θεωρείται δυνητικά κάποιος “εγκληματίας εξ ορισμού” (criminal by default), αντίληψη που αντανακλάται στη διαχείριση των τεχνολογιών επιτήρησης, δεν μπορεί να αφήνει κανέναν αδιάφορο”, καταλήγει η Napolitano.  

Passenger Name Record: Η παρακολούθηση των μετακινήσεων στο εσωτερικό της ΕΕ

Το Passenger Name Record (PNR) αφορά στην καταγραφή όλων των δεδομένων επιβατών οι οποίοι κινούνται εντός του ευρωπαϊκού χώρου ανεξαρτήτως αν προέρχονται από τρίτη χώρα. Τι συγκεντρώνει αυτό το σύστημα;  Ονοματεπώνυμο, εθνικότητα, πότε ταξιδέψαμε, από πού, προς που, το email μας, τη διεύθυνσή μας. Πέρα από αυτά μπορεί κανείς να μάθει τους συνταξιδιώτες μας, ενδεχομένως και κάποια συναφή με τη διαμονή μας στοιχεία όπως κρατήσεις σε ξενοδοχεία, αν μετακινηθήκαμε για επαγγελματικό ή προσωπικό λόγο. Μπορεί πιθανώς να μάθει σε μια ακραία  περίπτωση ακόμα και τη θρησκεία μας, καθώς στο σύστημα καταγράφεται ακόμα και το γεύμα το οποίο φάγαμε κατά τη διάρκεια της πτήσης μας. Αυτό το γεύμα μπορεί να περιλαμβάνει πολύ «ενδιαφέροντα» στοιχεία για εμάς, πχ αν φάμε κοσερ είμαστε Εβραίοι, αν δεν φάμε χοιρινό σημαίνει ότι είμαστε μουσουλμάνοι, μπορεί επίσης να φανερώνει αν κάποιος έχει αλλεργίες. 

Στο PNR έχουν πρόσβαση οι αστυνομικές αρχές κάθε χώρας. «Και εδώ ξεκινούν τα προβλήματα. Υπάρχει μια ευρωπαϊκή οδηγία για το με ποιον τρόπο μπορούν να τυγχάνουν επεξεργασίας τα προσωπικά δεδομένα μέσω του συστήματος PNR. Πρέπει το ευρωπαϊκό αυτό νομοθέτημα να μεταφερθεί στην κάθε χώρα με εθνικό νόμο. Το πρόβλημα είναι ότι έχουμε κάποιες αστοχίες στην μεταφορά αυτής της οδηγίας σε διάφορες χώρες, όπως πχ στην Ελλάδα», επισημαίνει στο ΜΙΙR o δικηγόρος Κώστας Κακαβούλης, μέλος της οργάνωσης Homo Digitalis. Όπως εξηγεί, «η ευρωπαϊκή οδηγία λέει πως το κάθε κράτος μέλος ιδρύει ή ορίζει μία αρχή η οποία είναι αρμόδια για την πρόληψη, ανίχνευση διερεύνηση και δίωξη τρομοκρατικών σοβαρών αδικημάτων. Οπότε μιλάμε για μία Αρχή, η οποία είτε ιδρύεται εξαρχής είτε υπάρχει και της δίνεται αυτή η αρμοδιότητα. Στην Ελλάδα ο Έλληνας νομοθέτης έδωσε την αρμοδιότητα αυτή σε ένα τμήμα εντός της διεύθυνσης διαχείρισης και ανάλυσης πληροφοριών της Ελληνικής Αστυνομίας. Επομένως δεν μιλάμε για κάποια αρχή αλλά για μία διεύθυνση της Ελληνικής Αστυνομίας. Είναι παράλογο ο φορέας ο οποίος διατηρεί τα δεδομένα, η Αστυνομία δηλαδή, να ζητάει πρόσβαση στα δεδομένα αυτά από ένα τμήμα του. Αν υπόκειται σε ιεραρχικό έλεγχο ή αν γενικά υπάρχουν πιέσεις είναι μάλλον αμφίβολο ότι ένα τμήμα της ελληνικής αστυνομίας θα αρνηθεί να παράσχει σε άλλα τμήματα της Ελληνικής Αστυνομίας δεδομένα που πρέπει, ακόμα και αν αυτό έπρεπε να γίνει. Στον αντίποδα στη Γαλλία αυτό δεν ισχύει, καθώς έχει φτιαχτεί μια ειδική ανεξάρτητη αρχή για τα δεδομένα PNR. Στην Ελλάδα οποιοδήποτε αστυνομικό όργανο μπορεί να έχει ανεξέλεγκτη πρόσβαση στα στοιχεία PNR οπουδήποτε, οποτεδήποτε. Δεν υπάρχει πουθενά κάποια καταχώρηση ποιος ζήτησε ποια δεδομένα, πότε και για ποιό σκοπό. Και δεν υπάρχει και κάποια πολιτική διαβαθμισμένης πρόσβασης. Αρκεί να είσαι μέλος του αστυνομικού σώματος για να έχεις πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα».

Στην Ελλάδα η οργάνωση Homo Digitalis (μέλος του EDRi), σε ανοιχτή επιστολή της προς τη Βουλή, υπογραμμίζει πως «τα εν λόγω δεδομένα μπορούν να φανερώνουν το μοτίβο των μετακινήσεων κάποιου ατόμου, όπως τον χρόνο του ταξιδιού, τον τόπο αναχώρησης και άφιξης, το email και τη διεύθυνσή του, καθώς και τους συνταξιδιώτες ενός ατόμου, αλλά ενδεχομένως ακόμη και συναφή στοιχεία κρατήσεων ξενοδοχείων κλπ, φανερώνοντας με αυτόν τον τρόπο πληροφορίες για μετακινήσεις επαγγελματικής ή προσωπικής φύσεως αλλά ακόμα και τον κύκλο κοινωνικών συναναστροφών αυτού, όπως φίλοι ή σύντροφοι».

Η οργάνωση παρατηρεί πως στο σχέδιο νόμου που κατατέθηκε το 2018 στην Ελλαδα υπήρχε: 

  • έλλειψη συστήματος καταγραφής πρόσβασης στα στοιχεία PNR
  • έλλειψη προηγούμενου δικαστικού ελέγχου για την χορήγηση δεδομένων PNR σε προανακριτικές και άλλες αρχές
  • ο χρόνος διατήρησης των PNR δεδομένων δεν περιορίζεται στο απολύτως αναγκαίο διάστημα

Τέσσερα χρόνια αργότερα οι ίδιες ελλείψεις παραμένουν.

Η οργάνωση υπογράμμιζε πως τα PNR δεδομένα ανηλίκων που διαβιβάζονται πρέπει να περιγράφονται με σαφήνεια και ακρίβεια, και πως όσα δεδομένα διαβιβάζονται δεν πρέπει να φανερώνουν ούτε θρησκευτικές πεποιθήσεις, ούτε πληροφορίες σχετικά με την υγεία του επιβάτη. 

 

-Διαβάστε το πρώτο μέρος της έρευνας του MIIR:  To οικοσύστημα των ευρωπαϊκών βιομετρικών δεδομένων παρακολούθησης και επιτήρησης

-Διαβάστε στο τρίτο μέρος της έρευνας του MIIR: Ποια είναι τα χαρακτηριστικά τεχνητής νοημοσύνης και αλγοριθμικών συστημάτων στο νέο καθεστώς ελέγχου κινητικότητας και ποιες είναι οι ιδιωτικές εταιρείες- εργολάβοι που τα κατασκευάζουν και τα προωθούν στην ΕΕ. 

*Αυτό το άρθρο έχει δημιουργηθεί στο πλαίσιο του project Panelfit, που υποστηρίζεται από το πρόγραμμα Horizon 2020 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (συμφωνία επιχορήγησης αρ. 788039). Η Επιτροπή δεν συμμετείχε στην παραγωγή του άρθρου και δεν είναι υπεύθυνη για το περιεχόμενό του. Το άρθρο αποτελεί μέρος της ανεξάρτητης δημοσιογραφικής παραγωγής του Ευρωπαϊκού Δικτύου Δημοσιογραφίας Δεδομένων (EDJNet). 

Share This